Θέλω να εξετάσω γιατί παρόλο που τα τελευταία χρόνια έχει
ανατραπεί άρδην το καθεστώς της ζωής των Ελλήνων, καλό ή κακό, αδιάφορο,
εκείνοι συνεχίζουν να καθεύδουν και πάντως να μη συμμετέχουν μαζικά σε
κινητοποιήσεις ή άλλες μορφές αγώνα.
Η απεργία είναι ένα όπλο στα χέρια των εργαζομένων ώστε να
διατηρούν, διεκδικούν και βελτιώνουν τα δικαιώματά τους, όταν αυτά δεν
αναγνωρίζονται, αμφισβητούνται ή καταπατούνται από τις κυρίαρχες ελίτ.
Από τα μέσα
της δεκαετίας του ’80 όλα τα πυρά της ήταν άσφαιρα. Οι απεργίες είχαν κύριο
προσανατολισμό τους μισθολογικές αναπροσαρμογές. Συνήθως τα συνδικάτα πίεζαν για αυξήσεις +,
το Υπουργείο παραχωρούσε αυξήσεις – και κάπου στο μέσον τα έβρισκαν και όλα
καλά. Η απεργία είχε πετύχει τους
στόχους της, αλλά είχε αποτύχει στον σκοπό της.
Γιατί
σκοπός της απεργίας δεν είναι η μισθολογική καλυτέρευση των απεργών, αυτό
μπορεί να είναι στόχος. Σκοπός της
απεργίας είναι η αλλαγή των παραγωγικών σχέσεων, των σχέσεων που ρυθμίζουν τη
θέση των παραγωγικών δυνάμεων στο παραγωγικό σύστημα. Επειδή, γράφει ο Ζίζεκ (Το υψηλό αντικείμενο της ιδεολογίας),
είναι η μορφή των σχέσεων παραγωγής εκείνη που ωθεί την ανάπτυξη των
παραγωγικών δυνάμεων. Και οι απεργίες δεν άλλαζαν αυτό τον συσχετισμό των
παραγωγικών σχέσεων, δεν επιδίωκαν καν να τον αλλάξουν. Για αυτό θεωρώ ότι τα πυρά των απεργιών ήταν
και είναι άσφαιρα.
Με
τη
στρεβλή και πλαστή μισθολογική ‘καλυτέρευση’ συνεχίστηκε η αλλοτρίωση
των
μικρομεσαίων προλετάριων σε καταναλωτές, βασικός προσανατολισμός του
νεοφιλελεύθερου
ατομικιστικού καπιταλισμού. Η ψεύτικη
–τηλεοπτική- ευδαιμονία έγινε συνείδηση.
Δεν με ενδιέφερε πια ο γείτονας, η κοινότητα, ο αδερφός. Μόνο η
προσωπική μου –καταναλωτική-
ευωχία. Με ενδιέφερε να μπορώ να ξοδεύω
χρήμα, που τις περισσότερες φορές ήταν δανεικό, με ζαλιστικό επιτόκιο
δανεισμού, για να καλύπτω τις διακοπές μου, να έχω κάμπριο και να ζω σε
μεζονέτα. Οι άλλοι, που δεν μπορούσαν να
έχουν αυτές τις ανέσεις, ήταν απλά αποτυχημένοι, παρίες του συστήματος.
Τι με ένοιαζε εμένα για αυτούς; Εγώ ήμουν καλά, και, προπαντός, ένιωθα
καλά
με τον εαυτό μου (το κοινωνικό ‘είναι’ των ανθρώπων καθορίζει τη
συνείδησή τους
(Μαρξ, στον Πρόλογο της Κριτικής στην Πολιτική Οικονομία)).
Τα
συνδικάτα, από την άλλη, είχαν αρχίσει να γίνονται κομματικά φερέφωνα και
επομένως ολοένα να απαξιώνονται στην κοινή γνώμη, η οποία διαμορφώνεται από τα
(κρατικοδίαιτα και πολιτικά εξαρτημένα) ΜΜΕ και από αργυρώνητους
δημοσιολόγους. Οι περισσότεροι
συνδικαλιστές ‘εξαργύρωσαν’ τη συνδικαλιστική τους θητεία με μια θέση στη Βουλή
(συνεχίζοντας, βέβαια να παίρνουν διπλούς και τριπλούς μισθούς). Ο κόσμος, βλέποντας αυτά, αηδίαζε ή ζήλευε,
αδιάφορα, πάντως απομακρυνόταν από τα συνδικάτα. Ο μηχανισμός καλά δούλευε…
Επομένως,
όταν η χώρα παραδόθηκε στο ΔΝΤ και ΣΙΑ κανείς Έλληνας δεν ήταν έτοιμος να πάρει
το ‘τουφέκι’ της αντίστασης, αφού αφενός όλοι μας είμαστε αλλοτριωμένοι από την
καπιταλιστική ‘ευδαιμονία’ (είχαμε, αδερφέ μου, σπίτι, και λέγαμε καλά είμαι
εδώ) και, αφετέρου, δεν υπήρχαν συλλογικότητες με πλατιά απήχηση στα λαϊκά
στρώματα (μικρομεσαία, εργατικά, εμπορικά, υπαλληλικά κττ.), αφού δεν μπορούσαν
να επηρεάσουν, πολύ λιγότερο να εμπνεύσουν, μια καθολική αντίσταση (άσε που η
φωνή των συνδικάτων ‘πνίγηκε’ στην κομματική δεξαμενή της υποτέλειας).
Γιατί,
λοιπόν, οι Έλληνες δεν συμμετέχουν μαζικά στην απεργία:
1.
Επειδή πιστεύουν ότι το μόνο που έχουν να κερδίσουν
είναι να χάσουν το μεροκάματο, αυτό που οι συνδικαλιστές το παίρνουν (παρόλο
που απεργούν, ή μήπως δεν είναι έτσι;) αλλά οι υπόλοιποι, η πλέμπα ντε, το
χάνει, και, δυστυχώς, σε αυτό υπολογίζει πια για να ζήσει την οικογένειά της
(αφού δεν υπάρχουν δώρα, επιδόματα κτό).
2.
Επειδή αν
απεργήσουν την επόμενη κιόλας μέρα ο εργοδότης θα τους σχολάσει και κανείς
–ΚΑΝΕΙΣ- δεν θα ενδιαφερθεί για αυτούς και την τύχη τους.
3.
Επειδή πιστεύουν ότι με απεργίες στη χάση και στη φέξη
δεν κερδίζεται τίποτα. Η μόνη λύση είναι
καθολική απεργία διαρκείας μέχρι την πτώση του αυταρχικού καθεστώτος (λέγε με
τρόικα εσωτερικού) και την ακύρωση των αντισυνταγματικών και αντεργατικών νόμων
που έχουν ψηφιστεί τα τελευταία χρόνια.
Η προσωπική μου γνώμη είναι να συνδυαστούν απεργία και αποχή από
καταναλωτικές δραστηριότητες για καλύτερα, αποδοτικότερα και γρηγορότερα
αποτελέσματα (αν πράγματι επιθυμούμε την αλλαγή της πολιτικής και προσδοκούμε
μια άλλη κοινωνία, στηριγμένη σε άλλου τύπου παραγωγικές σχέσεις).
4.
Επειδή έμαθαν να μην πιστεύουν στη δύναμη του αγώνα
αλλά μονάχα στην ‘πελατειακή’ και ευκαιριακή διευθέτηση των προβλημάτων, στο δε
βαριέσαι και στο τι με νοιάζει τι θα γίνει αύριο, εγώ να βολευτώ βρε αδερφέ
κτό.
5.
Επειδή όταν αποφάσισαν να διαμαρτυρηθούν ειρηνικά το
σύστημα τους τσάκισε με δακρυγόνα, ξύλο και συλλήψεις (βλ. Αγανακτισμένοι στο
Σύνταγμα). Επειδή το σύστημα δεν θα
εγκαταλείψει το βάζο με το μέλι έτσι απλά.
Ποτέ δεν συνέβη αυτό και όταν συνέβη υπήρξε αλλαγή χεριού, το ένα χέρι
έδωσε το βάζο με το μέλι στο άλλο, και ο λαός πάλι και πάλι έμεινε με άδεια
χέρια.
6.
Επειδή καμιά συλλογικότητα δεν εμπνέει πια κανέναν
(και εδώ η Αριστερά πρέπει να αναζητήσει το μερίδιο της ευθύνης της, αλλά και
να καταθέσει εναλλακτικές προτάσεις, να κινητοποιήσει ξανά τον κόσμο, να του
εμπνεύσει ένα νέο όραμα, όχι το όραμα του καναπέ και του φραπέ (συγνώμη Fredo)).
Η απεργία είναι όπλο.
Ή το στρέφεις ενάντια στον εαυτό σου ή πυροβολείς άσφαιρα ή όταν
καταφεύγεις σε αυτή τη λύση είσαι πια αποφασισμένος: να κερδίσεις ή να χάσεις,
πάντως να αγωνιστείς με όλη τη δύναμη του κορμιού και της ψυχής σου για μια
καλύτερη κοινωνία για όλους. Άλλωστε, τώρα, το διακύβευμα δεν είναι μόνο οι αλυσίδες μας...