Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2017

Γράμμα στον ποιητή Καίσαρα Εμμανουήλ


«Φαίνεται πια πως τίποτα – τίποτα δεν μας σώζει…»
ΚΑΙΣΑΡ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ

 
Ξέρω εγώ κάτι που μπορούσε, Καίσαρ, να σας σώσει.
Κάτι που πάντα βρίσκεται σ αιώνια εναλλαγή,
κάτι που σχίζει τις θολές γραμμές των οριζόντων,
και ταξιδεύει αδιάκοπα την ατέλειωτη γη.

Κάτι που θα κανε γοργά να φύγει το κοράκι,
που του γραφείου σας πάντοτε σκεπάζει τα χαρτιά.
να φύγει κρώζοντας βραχνά, χτυπώντας τα φτερά του,
προς κάποιαν ακατοίκητη κοιλάδα του Νοτιά.

Κάτι που θα κανε τα υγρά, παράδοξά σας μάτια,
που αβρές μαθήτριες τ αγαπούν και σιωπηροί ποιηταί,
χαρούμενα και προσδοκία γεμάτα να γελάσουν
με κάποιο τρόπο που, ως λεν, δε γέλασαν ποτέ.

Γνωρίζω κάτι, που μπορούσε, βέβαια, να σας σώσει.
Εγώ που δε σας γνώρισα ποτέ Σκεφτήτε Εγώ.
Ένα καράβι Να σας πάρει, Καίσαρ Να μας πάρει
Ένα καράβι, που πολύ μακριά θα τ οδηγώ.

Μιά μέρα χειμωνιάτικη θα φεύγαμε.
Τα ρυμουλκά περνώντας θα σφυρίζαν,
τα βρωμερά νερά η βροχή θα ράντιζε,
κι οι γερανοί στους ντόκους θα γυρίζαν.

Οι πολιτείες ξένες θα μας δέχονταν,
οι πολιτείες οι πιό απομακρυσμένες
κι εγώ σ αυτές αβρά θα σας εσύσταινα
σαν σε παλιές, θερμές μου αγαπημένες.

Τα βράδια, βάρδια κάνοντας, θα λέγαμε
παράξενες στη γέφυρα ιστορίες,
γιά τους αστερισμούς ή γιά τα κύματα
γιά τους καιρούς, τις άπνοιες, τις πορείες.

Όταν πυκνή ομίχλη θα μας σκέπαζε,
τους φάρους θε ν ακούγαμε να κλαίνε
και τα καράβια αθέατα θα τ ακούγαμε,
περνώντας να σφυρίζουν και να πλένε.

Μακριά, πολύ μακριά να ταξιδεύουμε,
κι ο ήλιος πάντα μόνους να μας βρίσκει.
εσείς τσιγάρα «Κάμελ» να καπνίζετε,
κι εγώ σε μια γωνιά να πίνω ουϊσκυ.

Και μιά γριά στο Αννάμ, κεντήστρα στίγματος,
μιά γριά σ ένα πολύβουο καφενείο
μιά αιμάσσουσα καρδιά θα μου στιγμάτιζε,
κι ένα γυμνό, στο στήθος σας, κρανίο.

Και μιά βραδιά στη Μπούρμα, ή στη Μπατάβια
στα μάτια μιάς Ινδής που θα χορέψει
γυμνή στα δεκαεφτά στιλέτα ανάμεσα,
θα δήτε ίσως τη Γκρέτα να επιστρέψει.

Καίσαρ, από ένα θάνατο σε κάμαρα,
κι από ένα χωμάτινο πεζό μνήμα,
δε θα ναι ποιητικώτερο και πι όμορφο,
ο διάφεγγος βυθός και τ άγριο κύμα;

Λόγια μεγάλα, ποιητικά, ανεκτέλεστα,
λόγια κοινά, κενά, «καπνός κι αθάλη»,
που ίσως διαβάζοντας τα να με οικτείρετε,
γελώντας και κουνώντας το κεφάλι.

Η μόνη μου παράκληση όμως θα τανε,
τους στίχους μου να μην ειρωνευθήτε.
Κι όπως εγώ για έν αδερφό εδεήθηκα,
για έναν τρελόν εσείς προσευχηθήτε.
Νίκος Καββαδίας, Μαραμπού, Κέδρος, 1982
(πρώτη έκδοση, Ο Κύκλος,1933)

Σάββατο 11 Φεβρουαρίου 2017

[ιδ΄]

η αγάπη σου ήταν όπως τα φύλλα της κερασιάς
- σκόρπισε πριν να φυσήξει ο άνεμος
Utagawa Kuniyoshi, Woman under a cherry tree

Παρασκευή 10 Φεβρουαρίου 2017

[Φουκωική παιδαγωγική]

Ας αναφερθούμε επίσης σε κάτι που αποτέλεσε συχνά αντικείμενο δικαιολογημένων κριτικών: τον παιδαγωγικό θεσμό. Δεν βλέπω που είναι το κακό στην πρακτική κάποιου ο οποίος, στο πλαίσιο ενός καθορισμένου παιχνιδιού αλήθειας, καθώς γνωρίζει περισσότερα από έναν άλλο, του λέει τι πρέπει να κάνει, τον μαθαίνει, του μεταδίδει γνώσεις, του διδάσκει τεχνικές. Ζητούμενο είναι περισσότερο να εξετάσουμε πώς μπορούν να αποφευχθούν σε τέτοιες πρακτικές (όπου αναγκαστικά παρεμβαίνει η εξουσία, που δεν μπορεί να ταυτιστεί καθεαυτή με το κακό) διάφορα φαινόμενα κυριαρχίας που έχουν σαν αποτέλεσμα ένα πιτσιρίκι να υποτάσσεται στην αυθαίρετη και αχρείαστη εξουσία ενός δασκάλου, ή ένας φοιτητής να εξαρτάται από έναν αυταρχικό καθηγητή κλπ. Πιστεύω ότι πρέπει να θέσουμε αυτό το πρόβλημα με όρους κατευθυντήριων αρχών δικαίου, ορθολογικών τεχνικών διακυβέρνησης και ήθους, πρακτικών εαυτού και ελευθερίας.



Μ. Φουκώ, Η ηθική της επιμέλειας εαυτού ως πρακτική της ελευθερίας (Μτφρ. Τ. Μπέτζελος), από Το μάτι της εξουσίας, Βάνιας, 2008, σ. 384)
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...