Τρίτη 28 Απριλίου 2015

Report (Journal for Research in Adult Education in Germany)

REPORT is the leading journal for research in adult education in Germany.

Back Issues dating from 1992 to 2007, as well as copies which are out of print, can be downloaded free of charge.

Search in:
REPORT Special supplements to REPORT
Documentation of the annual conference of DGfE’s department of adult education.
Search for:
 
Single Issues   - comlete list
REPORT
Documentation of the annual conference of DGfE’s department of adult education
Special supplements to REPORT

Παρασκευή 24 Απριλίου 2015

Το παράδειγμα του παιδικού ηρωισμού στα μεταξικά αναγνωστικά (1939) και στα αναγνωστικά της ΠΕΕΑ (1944)



 των Κ. Κυριάκη & Γ. Πεχτελίδη
Τα αναγνωστικά βιβλία, ως επίσημος εκπαιδευτικός λόγος (discourse) που απευθύνεται σε παιδιά, αρθρώνονται γύρω από έννοιες, οι οποίες παράγουν το νόημα.  Μια από αυτές τις έννοιες, το κομβικό σημείο των αναγνωστικών, είναι η παιδική ηλικία.  Επειδή όμως η παιδική ηλικία αφορά ένα ευρύ εννοιολογικό πεδίο, στην παρούσα ανακοίνωση θα εστιάσουμε σε μια ειδικότερη θεματική, η οποία αναφέρεται στις αναπαραστάσεις του παιδικού ηρωισμού στα μεταξικά αναγνωστικά και στα αναγνωστικά της ΠΕΕΑ.  Η μελέτη της έννοιας του παιδικού ηρωισμού θα βοηθήσει να προσδιορίσουμε πώς διαμορφώνονται και μετασχηματίζονται οι αντιλήψεις για την παιδική υποκειμενικότητα στο μεσοπόλεμο και στην κατοχή, τουλάχιστον, όπως αυτές ανιχνεύονται στα αναγνωστικά βιβλία της εποχής.  Για να το πετύχουμε αυτό, θα εξετάσουμε τα μεταξικά αναγνωστικά κι εκείνα της ΠΕΕΑ ως ηγεμονικά προτάγματα της ελληνικής κοινωνίας σε αυτή τη δεδομένη ιστορική συγκυρία, με σκοπό να περιγράψουμε τους τρόπους με τους οποίους οι κειμενικές στρατηγικές των αναγνωστικών συγκροτούν και νοηματοδοτούν συγκεκριμένες μορφές υποκειμενικότητας. 


[Αθήνα, Ίδρυμα Ευγενίδου, 24 Μαΐου 2015]

Σάββατο 18 Απριλίου 2015

Στιγμές Κρίσης του Γκιλ Καρόζ (Αναδημοσίευση)

Μια υπόθεση: το απάνθισμα των ψυχαναλυτικών ομάδων που αποτελεί την ΝLS κατέχει μια γνώση για την «κρίση» που θα άξιζε να αναδειχθεί. Εάν θεωρήσουμε την κρίση ως ένα από τα κύρια σημαίνοντα της εποχής μας και επομένως ως έναν τρόπο να κατονομάσουμε ένα πραγματικό, η πανστρατιά των χωρών που καλύπτει η Σχολή μας μπορεί να μας διδάξει  διάφορους τρόπους σχέσης με το πραγματικό. Μεταξύ του Ισραήλ, μιας χώρας σε διαρκή κρίση, και της Ελβετίας που φαίνεται να αποφεύγει όλες τις κρίσεις, η Ελλάδα και η Ιρλανδία έγιναν το σήμα κατατεθέν της οικονομικής κρίσης στην Ευρώπη, η Μεγάλη Βρετανία και ο Καναδάς γίνονται οι προάγγελοι της κρίσης του επιστημονισμού και της τεχνολογίας, το Βέλγιο είναι τόπος μιας γλωσσικής κρίσης, η Ουκρανία σηματοδοτεί τις κρίσεις ενός κράτους που δυσκολεύεται να επιβληθεί, και ο κατάλογος συνεχίζεται…

Το σημαίνον «κρίση» παραπέμπει ετυμολογικά σε μια κρίσιμη στιγμή όπου τα πράγματα ανατρέπονται, καθώς και στην ευθυκρισία όσον αφορά τη λήψη κάποιας απόφασης. Η ιατρική υιοθέτησε τούτο το σημαίνον, ήδη από την εποχή του Ιπποκράτη, για να ορίσει ένα στάδιο της ασθένειας όπου τα συμπτώματα εμφανίζονται με βίαιο τρόπο. Αργότερα, ο όρος «κρίση» βρήκε φυσικότατα τη θέση του στην ψυχιατρική, και διείσδυσε εύκολα στις διαστάσεις του Άλλου που ονομάζουμε πολιτική, κοινωνικό πεδίο, οικονομία, ιστορία και ηθική. Σήμερα το σημαίνον αυτό ανήκει στην καθομιλουμένη γλώσσα.


Η κρίση και ο χρόνος
Η κρίση έχει μια σχέση με τον χρόνο. H Χάνα Άρεντ μιλάει για την κρίση ως σημείο συγκρουσιακής συνάντησης του παρελθόντος με το μέλλον[1]. Το εν λόγω σημείο δεν είναι το παρόν. Πρέπει μάλλον να γίνει αντιληπτό σαν μια ρωγμή στον χρόνο, η οποία εμφανίζεται όταν η παράδοση που μέχρι τότε πλαισίωνε το πραγματικό εξανεμίζεται και οι νέες συμβολικές συντεταγμένες του μέλλοντος δεν είναι ακόμη γνωστές. Το υποκείμενο πρέπει τότε να αναλάβει τον ρόλο του απέναντι στο πραγματικό που ορμάει στο κενό που δημιουργείται στο μεσοδιάστημα των δύο συμβολικών συστημάτων.

Όμως, η κρίση δεν είναι ψυχαναλυτική έννοια. Οφείλουμε συνεπώς να οριοθετήσουμε τη δική μας χρήση του όρου, διατηρώντας παράλληλα την ελευθερία να αξιοποιήσουμε όλους τους τρόπους με τους οποίους αυτό το σημαίνον εμφανίζεται στον πολιτισμό. Θα βρούμε το πρώτο μας στήριγμα σ’ έναν ορισμό που δίνει ο Ζακ-Αλέν Μιλέρ στο πλαίσιο μιας συνέντευξης του 2008 στο περιοδικό Marianne, με θέμα την οικονομική κρίση: «Υπάρχει κρίση, με την ψυχαναλυτική έννοια, όταν ο λόγος, οι λέξεις, οι αριθμοί, οι τελετουργίες, η ρουτίνα, ολόκληρο το συμβολικό σύστημα, φαίνονται ξαφνικά ανίκανα να περιορίσουν ένα πραγματικό όλο και πιο ανεξέλεγκτο. Μια κρίση είναι ένα πραγματικό αποχαλινωμένο, που δεν μπορούμε να ελέγξουμε. Είναι, στο πεδίο του πολιτισμού, κάτι ισοδύναμο με τους τυφώνες, με τους οποίους έρχεται κατά διαστήματα η φύση να υπενθυμίσει στο ανθρώπινο είδος την προσωρινότητά του, τη βαθύτατη αδυναμία του».[2] Με το ίδιο πνεύμα, στο κείμενο Εισαγωγή στην ερωτική διάσταση του χρόνου, ο Μιλέρ παραθέτει τη φράση του Ντελέζ ότι «ο χρόνος βάζει την αλήθεια σε κρίση»[3]. Με άλλα λόγια, η αλήθεια δεν είναι αιώνια, εξανεμίζεται με τον χρόνο. Διαφοροποιείται ως προς αυτό από το άνομο πραγματικό [réel sans loi], εκείνο που δεν υπακούει σε τίποτε, ούτε καν στον χρόνο. Το ότι ο χρόνος βάζει την αλήθεια σε κρίση, σημαίνει πως η αλήθεια αρχίζει να κλονίζεται μια δεδομένη στιγμή, όταν την προφταίνει ένα πραγματικό που δεν μπορεί να το χειριστεί ούτε να το ελέγξει. Η κρίση εμφανίζεται τότε σαν μια στιγμή ρήξης στη γραμμή του χρόνου, σαν ένα συμβάν που βγάζει το υποκείμενο από τη ρουτίνα του και το αναγκάζει να επεξεργαστεί μια νέα σχέση με το πραγματικό. Αυτή ακριβώς η σχέση της κρίσης με τον χρόνο είναι που μας επιτρέπει να μιλάμε για «στιγμές κρίσης».

Η υπερ-κρίση
Η κρίση που εμφανίζεται έτσι ως τομή στη γραμμή του χρόνου, ανήκει στον χρόνο του οιδιποδείου. Μετά το οιδιπόδειο, ετούτο το απλό διαλεκτικό σχήμα της ρουτίνας και του συμβάντος που δημιουργεί κρίση δεν μας αρκεί πλέον για να διαβάσουμε το φαινόμενο. Έτσι, οι κοινωνιολόγοι εγκατέλειψαν την ονομασία «μετανεωτερικότητα» [post-modernisme] προκρίνοντας την «υπερ-νεωτερικότητα» [hyper-modernité][4]. Πράγματι, το «μεταμοντέρνο» περιορίζεται στην περιγραφή των πρώτων απογοητεύσεων αναφορικά με την πρόοδο και τον ανθρωπισμό του Διαφωτισμού, οι οποίες ακολούθησαν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Όμως, για να περιγράψει κανείς την ποιοτική τροποποίηση του ανθρώπου κατά τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, έπρεπε να προστεθεί το επίρρημα «υπέρ» στη λέξη «νεωτερικότητα». Τούτη η λέξη εκφράζει καλύτερα την έννοια της υπερβολής, της αγανάκτησης, καθώς και του ξέφρενου και άκριτου κυνηγητού που χαρακτηρίζει την εποχή της αποκορύφωσης του αντικειμένου α ως επίπτωσης του καπιταλιστικού λόγου.

Τι σημαίνει αυτό; Η ραγδαία εξέλιξη των γεγονότων δεν περιορίζεται σε απλή επιτάχυνση της γραμμικής εξέλιξης του χρόνου. Οι τεχνολογίες αιχμής παράγουν κάτι σαν συστολή του χρόνου και του χώρου. Με απλά μέσα, όπως το Skype ή το Facebook, οι αποστάσεις καταργούνται και η διάρκεια συρρικνώνεται στην αμεσότητα. Μόλις εμφανίζεται ένα γεγονός, σκάει μύτη ένα άλλο. Το σχήμα ρουτίνα–κρίση–ρουτίνα έχει αντικατασταθεί από την αλληλουχία κρίση–κρίση–κρίση… η οποία τείνει προς το άπειρο. Το πέρασμα από τη στιγμή του βλέμματος στην ώρα του συμπεράσματος είναι συχνά άμεσο, παρακάμπτοντας τον χρόνο της κατανόησης.
Σε αυτές τις συνθήκες, ο κόσμος δεν ακολουθεί πλέον τη θεωρία της Χάνα Άρεντ. Δεν πρόκειται πλέον για μια σύγκρουση παρελθόντος και μέλλοντος, τις πιέσεις της οποίας υφίσταται το υποκείμενο. Το πραγματικό υποσκελίζει διαρκώς τη γραμμή του χρόνου, μέσα από τη διαδοχή αλλεπάλληλων στιγμών κρίσεως. Μόλις εγκαθίσταται ένα συμβολικό σύστημα, κλονίζεται για να αφήσει τη θέση του σ’ ένα άλλο σύστημα. Η Αραβική Άνοιξη μας φαίνεται ήδη παλιά ιστορία. Και δεν έχουν περάσει παρά μόλις τρία χρόνια. Αυτή η εξέγερση εξαπλώθηκε με ταχύτητα πυρκαγιάς σε μια σειρά από χώρες, με τη βοήθεια των κοινωνικών δικτύων. Σε σύντομο διάστημα, είδαμε τυράννους να πέφτουν από τον θρόνο τους και να οδηγούνται στο εδώλιο του κατηγορουμένου, να καταδικάζονται με ή χωρίς δίκη, και όλα αυτά να κυκλοφορούν στα ΜΜΕ παγκοσμίως σε πραγματικό χρόνο. Από τότε, δεν είδαμε ακόμη να εγκαθίσταται μια νέα τάξη πραγμάτων σε αυτές τις χώρες. Η μία κρίση διαδέχεται την άλλη.

Η κρίση της τεχνικής
Στο πεδίο που μας αφορά, δηλαδή στο πεδίο της λεγομένης «ψυχικής υγείας», διαπιστώνουμε ότι οι απαντήσεις που δίνονται στην ανάδυση των κρίσεων μέσα στον πολιτισμό μοιάζουν πανικόβλητες. Σ’ ένα άρθρο με τίτλο «Η μετα-DSMική κρίση και η ψυχανάλυση», ο Ερίκ Λοράν μεταχειρίζεται μια έννοια του Φουκό, τη βιοπολιτική, για να περιγράψει το κίνημα που καταργεί την κλινική προς όφελος της ιατρικής διαχείρισης των πληθυσμών. Το κίνημα αυτό «έρχεται να αντικαταστήσει το δικαίωμα των κρατών να "θανατώνουν", το οποίο επέτρεπε άλλοτε τη διαχείριση των ταυτίσεων»[5]. Είναι κάτι που μας επιβεβαίωσε ο περιφερειακός σύμβουλος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, αρμόδιος για την ψυχική υγεία, το 2011, σ’ ένα μήνυμα που απηύθυνε στα μέλη του πρώτου Ευρωπαϊκού Συνεδρίου Ψυχανάλυσης, PIPOL 5[6].
Σήμερα νοσταλγούμε την εποχή όπου το όνειρο της διοικητικής επιτήρησης των κοινωνικών θεμάτων στηριζόταν στην ιατρική γνώση. Τον 20ο αιώνα, η τεχνική ήρθε και πήρε τη θέση της γνώσης. Σφυρί χωρίς αφεντικό, η τεχνική διέπεται από μια απόλαυση. Η τεχνική δεν έχει άλλο στόχο από την εξάπλωσή της ως τεχνική. Δεν αποτελεί μια πρακτική στην υπηρεσία του κυρίου και του ιδανικού του, αλλά μια απόλαυση που καθιστά όργανό της τον κύριο, εν γνώσει του ή εν αγνοία του. Ο Ζαν-Κλοντ Μιλνέρ είναι πιο αιχμηρός. Κατά τη γνώμη του, οι θάλαμοι αερίων δεν υπήρξαν το εργαλείο εφαρμογής της ναζιστικής ιδεολογίας. Μάλλον η ναζιστική ιδεολογία υπήρξε για την τεχνική η ευκαιρία να εξαπλωθεί μέσω των θαλάμων αερίων[7].
Τηρουμένων των διαφορών, και χωρίς να έχει τη βαρβαρότητα των θαλάμων αερίων, το DSM αποτελεί με τη σειρά του μια εκδήλωση της τεχνικής. Από τότε που η τρίτη του έκδοση ξεφορτώθηκε κάθε αναφορά στην ψυχανάλυση, παρουσιάζεται ως α-θεωρητικό. Καλύτερα να πούμε ότι αναγγέλλεται υπερήφανα ως σφυρί χωρίς μυαλό. Η ταξινόμησή του βασίζεται σε μια στατιστική αξιολόγηση του αντικειμένου, παρά στη γνώση. Θέλει να μας πείσει ότι μιλάει το ίδιο το αντικείμενο. Όμως, το αντικείμενο δεν μιλάει[8].
Οι διαταραχές που σημειώνονται στο DSM, απόρροια αυτής της πρακτικής του αριθμού, δεν συναρτώνται με το πραγματικό. Είναι μια σημειολογία γύρω από την οποία οργανώνονται μάζες από ανθρώπινα σώματα. Επιτρέπει την εξομοίωση των κλινικών διαγνώσεων ανά τον κόσμο, γεγονός που ανοίγει νέες αγορές για τα ψυχοφάρμακα. Άλλωστε, τούτος ο διαχωρισμός μεταξύ των νοσογραφικών κατηγοριών αφενός, και της κλινικής αφετέρου, διευκολύνει την αύξηση του αριθμού των διαταραχών που προστίθενται σε κάθε καινούργια έκδοση του DSM,  καθώς και την επέκταση των ορίων της κάθε διαταραχής. Έτσι, προκειμένου να είναι εφαρμόσιμη σε όλους, η τεχνική αφηνιάζει, πανικοβάλλεται, ταξινομεί και συνταγογραφεί με τρόπο μανιακό, χωρίς αγκίστρωση στο πραγματικό. Η Αμερικανική Ψυχιατρική Ένωση, η οποία δημοσιεύει το DSM, δεν αποτελεί για την τεχνική παρά το εργαλείο της παραφοράς της.

Κλινική της κρίσης
Η δυσφορία στον πολιτισμό μάς αποδεικνύει, όπως είπαμε, ότι η μία κρίση διαδέχεται την άλλη. Τι αντίκτυπο έχουν στο υποκείμενο αυτές οι αλλεπάλληλες κρίσεις ως φαινόμενα του πολιτισμού;
O πολίτης των δυτικών κοινωνιών βρίσκεται συνεχώς εκτεθειμένος σε καταστροφικές ειδήσεις από κάθε γωνιά του πλανήτη, καθώς και σε προκλητική προσφορά πολύ ελκυστικών αντικειμένων που κεντρίζουν τη διαστροφική πολυμορφία των ενορμήσεών του. Οι σειρήνες της πορνογραφίας έχουν την πρωτοκαθεδρία σε αυτόν τον τομέα. Άγχος και υπερκατανάλωση συνυφαίνονται. Η ταινία Shame του Στιβ Μακ Κουίν περιέγραψε ωραία τον αχαλίνωτο καλπασμό της απόλαυσης, που οφείλεται στα ελαττώματα του συμβολικού και στη συρρίκνωση του ανθρώπου στη σωματική του μιζέρια.

Αυτό το συνεχές τρεχαλητό του υποκειμένου, από κρίση σε κρίση, από το ένα τυχαίο γεγονός στο άλλο, το βάζει στη θέση ενός ποντικού σε λαβύρινθο, περισσότερο αντικείμενο βυθισμένο στο πραγματικό παρά υποκείμενο, να κυνηγάει ξέφρενα ηλεκτρικό ερέθισμα και ανταμοιβή[9]. Εκεί όπου άλλοτε ο λόγος του κυρίου πρόσταζε ένα «προχώρα ή ψόφησε», ο καπιταλιστικός λόγος είναι πιο απαιτητικός και επιβάλλει ένα «τρέχα ή ψόφησε». Η ανάποδη όψη αυτής της ασταμάτητα επιταχυνόμενης κίνησης είναι η αποδυνάμωση του κοινωνικού δεσμού και η περιθωριοποίηση όλων εκείνων που δυσκολεύονται να ακολουθήσουν αυτόν τον κολασμένο ρυθμό. Έτσι, πέρα από τις ψυχικές δομές, στη διπροσωπία του υποκειμένου που τρέχει και του υποκειμένου που «ψοφάει» αντανακλάται ο κλινικός δυϊσμός της μανίας και της μελαγχολίας. Η μανία, ως φυγή προς τα εμπρός που πληρώνεται με την επιτάχυνση του σημαίνοντος που δεν την βαραίνει το αντικείμενο. Η μελαγχολία, στα υποκείμενα που, εξαντλημένα από αυτό το τρέξιμο, εγκαταλείπουν τα πάντα και έρχονται να ενσαρκώσουν το έκπτωτο αντικείμενο του Άλλου.
Όσον αφορά τις κλινικές δομές, μια έρευνα επιβάλλεται. Θα περιοριστώ εδώ σε μερικές υποδείξεις.

Για την ψύχωση, θα ήταν οπωσδήποτε ενδιαφέρον να εξετάσουμε το ζήτημα της κρίσης ξεκινώντας από την τριάδα έκλυση, αποδιοργάνωση, αποσύνδεση [déclenchement, décompensation, débranchement]. Και τα τρία αποτελούν είδη κρίσης, εάν θεωρήσουμε ότι συνεπάγονται ταλάντευση του συμβολικού, ανάδυση ενός πραγματικού, και κατόπιν αποκατάσταση μιας νέας μορφής συμβολικού. Πρέπει οπωσδήποτε να  διαφοροποιήσει κανείς την έκλυση που ακολουθεί τη συνάντηση με Έναν πατέρα, την έκλυση λόγω διάλυσης του φαντασιακού πεδίου, την αποδιοργάνωση ως επαναφορά μιας προϋπάρχουσας έκλυσης, και την αποσύνδεση που έχει σαν χαρακτηριστικό την εγκατάλειψη του υποκειμένου από τον Άλλο.
Στη νεύρωση, το συμβολικό δεν καταστρέφεται ποτέ ολοσχερώς. Η διάρρηξη του πέπλου της φαντασίωσης αποτελεί μια στιγμή κρίσης που μπορεί να οδηγήσει το υποκείμενο σε ψυχανάλυση. Το υποκείμενο δεν αντλεί πλέον ευχαρίστηση από την απόλαυσή του και εκτίθεται στο άγχος που προκαλεί η εισβολή της επιθυμίας του Άλλου. Στη συνέχεια όμως, η ίδια η ανάλυση παίρνει τη σκυτάλη και συνιστά κρίση για τον νευρωτικό. Σε κάθε σταυροδρόμι, η ερμηνεία, και ιδιαίτερα εκείνη που ενοχλεί ή αφοπλίζει την άμυνα, ενδέχεται να συνιστά κρίση συνοδευόμενη από άγχος. Τον μήνα του μέλιτος που χαρακτηρίζει την αρχή μιας ψυχανάλυσης υποκαθιστά γρήγορα μια υποκειμενική διόρθωση εκ μέρους του ψυχαναλυτή. Την έκπτωση της φαλλικής θέσης και των ιδανικών ακολουθεί μια όξυνση των συμπτωμάτων. Η υποκειμενική καθαίρεση δεν είναι χαρμόσυνο γεγονός, τουλάχιστον σε πρώτο χρόνο. Η έκπτωση του καθ’ υπόθεσιν υποκειμένου της γνώσης, καθώς και η υπέρβαση της φαντασίωσης, μπορούν επίσης να βιωθούν σαν κρίσεις.
Ας σταθούμε επίσης ειδικότερα σε αυτό που δημιουργεί κρίση στη διαστροφή. Είχαμε την ευκαιρία να ζήσουμε μια μικρο-κρίση όταν ανακαλύψαμε την εικόνα του Αυστριακού τραβεστί Τομ Νόιβιρτ, άλλως Κοντσίτα Βουρστ, ο οποίος κέρδισε πριν από μία εβδομάδα το πρώτο βραβείο στη Eurovision 2014. Δεκαέξι χρόνια πέρασαν από τότε που το ίδιο βραβείο είχε δοθεί στον Ισραηλινό διαφυλετικό Ντάνα Ιντερνάσιοναλ, αλλά ένας κόσμος φαίνεται να χωρίζει αυτούς τους δύο βραβευμένους. Ενώ η εικόνα της Ντάνα Ιντερνάσιοναλ εντάσσεται εύκολα στην κατηγορία των γυναικών, το φαντασιακό μας δεν διαθέτει ακόμη το κουτάκι που θα επέτρεπε να εντάξουμε την εικόνα μιας μουσάτης γυναίκας σαν την Κοντσίτα. Το πραγματικό αυτών των ιδιόμορφων απολαύσεων που διεκδικούν ταυτοποίηση και αναγνώριση μας υποσκελίζει συνεχώς για να μας βάλει σε κρίση.
Η Κοντσίτα δεν κρύβει την ευχαρίστηση που βρίσκει στην ταλάντευση που προξενεί στον Άλλο. Το σόου της, τα λόγια του τραγουδιού της, το προκλητικό και αιχμηρό σχόλιο της όταν κέρδισε το πρώτο βραβείο, αποτελούν επιβεβαίωση του τρόπου απόλαυσής της και αμφισβήτηση των κομφορμιστικών κανόνων. Στην Αυστρία, οι απόψεις διίστανται: στο ένα άκρο τα άτομα, ιδίως της ακροδεξιάς, που αγανακτούν στην ιδέα ότι μια τέτοια εικόνα αντιπροσώπευσε τη χώρα τους, και στο άλλο οι νέοι που διακατέχονται από το αίσθημα της ζωής και φοράνε ψεύτικες γενειάδες για να δείξουν την υποστήριξή τους και την ταύτισή τους με την Κοντσίτα. Κάποιοι Ρώσοι πολιτικοί δεν έχασαν την ευκαιρία να καταγγείλουν την ευρωπαϊκή παρακμή. Είναι πιθανώς ένα «καρφί» προς τους Ουκρανούς που μένουν πιστοί στο Κίεβο: «Θέλετε να είστε Ευρωπαίοι, ορίστε, καμαρώστε τι είναι η Ευρώπη στο πρόσωπο της Κοντσίτα Βουρστ!». Είναι διαπιστωμένο, ενώ στην ψύχωση και στη νεύρωση η κρίση τοποθετείται στην πλευρά του υποκειμένου, στη διαστροφή είναι ο Άλλος που μπαίνει σε κρίση.
Ο ψυχαναλυτής δεν κρίνει αυτά τα ζητήματα. Η Κοντσίτα θα είναι ευπρόσδεκτη στο ιατρείο του. Εκτός ιατρείου όμως, η σύγκρουση ανάμεσα στις δυνάμεις καταστολής που θα ήθελαν να μην αλλάξει τίποτε και στις διεκδικήσεις καινούργιων ταυτίσεων γύρω από νέους τρόπους απόλαυσης πιθανότατα θα αυξηθεί. Αυτό επιβάλλεται. Συνηθίσαμε αρκετά γρήγορα την Ντάνα Ιντερνάσιοναλ. Ανήκει πλέον σήμερα στον φαντασιακό μας χάρτη. Θα γίνει το ίδιο και με την Κοντσίτα. Διότι, εάν δεχτούμε αυτό που λέει ο Ζακ-Αλέν Μιλέρ ότι μια μερίδα του κόσμου εκθηλύνεται, αυτή θα ανέχεται όλο και περισσότερο τέτοιου τύπου λύσεις, οι οποίες αρχικά εμφανίζονται ως συνθωμικές σε μερικά υποκείμενα, για να γίνουν αργότερα διαδεδομένη μόδα.
Έτσι, η διαστροφή βάζει σε κρίση την κομφορμιστική μας ρουτίνα και προωθεί τον κόσμο στον δρόμο της επιθυμίας προς νέα κατορθώματα, έστω κι αν δεν θεωρούμε αναγκαστικά τις επιδόσεις της Κοντσίτα ως μια πετυχημένη μετουσίωση σε πολιτιστικό επίπεδο. Αυτή η σύγκρουση ανάμεσα στον πολιτιστικό κομφορμισμό και τη διαστροφή υπογραμμίζεται από τον Λακάν στο τέλος του έκτου Σεμιναρίου, όταν συνδέει τη διαστροφή με τη μετουσίωση: «μπορούμε να δηλώσουμε ότι αυτό που δημιουργείται ως διαστροφή αντικατοπτρίζει, στο επίπεδο του λογικού υποκειμένου, τη διαμαρτυρία ενάντια σε ό,τι υφίσταται το υποκείμενο στο επίπεδο της ταύτισης (…). Από τη μία πλευρά, ο κομφορμισμός (…) και, από την άλλη, η διαστροφή, η οποία αντιπροσωπεύει στο επίπεδο του λογικού υποκειμένου τη διαμαρτυρία που εγείρεται στη διάσταση της επιθυμίας»[10].
Έτσι, συντελείται μια ανατροπή. Ενώ η ανάγνωσή μας για την κρίση ακουγόταν μέχρι τώρα σαν μια τρομερή προφητεία που αντλεί το ύφος της από την Παλαιά Διαθήκη, με τη διαστροφή βρίσκουμε πλέον την κρίση να έχει φιλική διάσταση προς την ψυχανάλυση. Εάν η κρίση είναι ενδεχομένως πηγή θρήνων και οδυρμών, αποτελεί συνάμα μια υποχρεωτική δίοδο προς την επινόηση και την καινοτομία. Ίσως έτσι να πρέπει να ερμηνεύσουμε κάτι που λέει ο Ζακ-Αλέν Μιλέρ στη συνέντευξη στο περιοδικό Marianne, που προαναφέραμε: «Ο ψυχαναλυτής είναι φίλος της κρίσης».

Το επείγον και η πράξη
Η φιλία του ψυχαναλυτή με την κρίση δεν είναι μια απλή συμπάθεια για τα αποτελέσματα της κρίσης, όσα πετυχαίνει ο αμφισβητίας που έρχεται να κλονίσει τον κομφορμισμό των κανόνων. Άλλωστε, ο Λακάν στο «Αναλυτικόν», στο τέλος του δέκατου έβδομου Σεμιναρίου, μας συνιστά να είμαστε καχύποπτοι απέναντι στην απόλαυση του αμφισβητία, την οποία συγκρίνει με την απόλαυση του εργένη. «Προσέξτε, λέει, μη γίνει ο ίδιος ο αμφισβητίας σοκολάτα [για φάγωμα]».[11] Η εγγύτητα ψυχανάλυσης και κρίσης έχει γερά θεμέλια που περνούν από τη διάσταση του επείγοντος και από τη διάσταση της πράξης, δύο προϋποθέσεις απαραίτητες για να υπάρξει η δυνατότητα μιας [υποκειμενικής] δημιουργίας, για να υπάρξει τροποποίηση της θέσης του υποκειμένου και να μην είναι μετά όπως ήταν πριν.
Το γεγονός ότι ξεκινήσαμε από τις κρίσεις στον πολιτικό κόσμο δεν πρέπει να μας ξεγελάσει. Η κρίση ως φίλη της ψυχανάλυσης, όπως και ο επείγων χαρακτήρας της πράξης την οποία επικαλείται, δεν πρέπει να διαβάζονται με γνώμονα τον λόγο του κυρίου. Ο ψυχαναλυτής δεν είναι ούτε τραυματιοφορέας, ούτε πυροσβέστης. Βέβαια, οφείλει να αναγνωρίζει τις καταστάσεις που υπερβαίνουν τις δυνατότητες της ομιλίας ώστε εν ανάγκη να κατευθύνει το υποκείμενο προς άλλους λόγους, ιδίως προς την ιατρική: κρίσεις πανικού που δεν μετριάζονται, κίνδυνος αυτοκτονίας ενός υποκειμένου που είναι πεπεισμένο ότι το είναι του αξίζει όσο ένα σκουπίδι, παραληρηματικό επεισόδιο με τάση για παρορμητική διάπραξη χωρίς κανένα κράτημα από τον Άλλο, εισβολή ψευδαισθήσεων…

Όμως, εάν αυτά τα συμβάντα της θεραπείας ζητούν μια ενέργεια [action] από τον ψυχαναλυτή, οι συντεταγμένες του επείγοντος στις οποίες απαντά με την πράξη του [acte] είναι άλλες. Πρέπει να διαχωρίσουμε την ενέργεια που ανάγεται στο δυνατόν, από την πράξη που γίνεται με βάση το αδύνατον[12].
Ο Λακάν χαρακτήρισε τις επείγουσες καταστάσεις στην ψυχανάλυση ως υποκειμενικές.[13] Αυτές οι καταστάσεις προκύπτουν όταν το υποκείμενο συγκρούεται με το τραύμα της γλώσσας όταν αυτή αρνείται το νόημα. Το εν λόγω επείγον βρίσκεται από την πλευρά του υποκειμένου, είναι η επείγουσα ανάγκη να μιλήσει για να υπερβεί με την αλήθεια του τον εαυτό του.[14] Τούτη η διατύπωση δεν είναι μόνο κατάλληλη για να περιγράψουμε την είσοδο στην ψυχανάλυση. Ανταποκρίνεται επίσης σε όλες τις στιγμές κρίσεων που ανακύπτουν σε μια εν εξελίξει θεραπεία. Το καθ’ υπόθεσιν υποκείμενο της γνώσης ωθεί τον αναλυόμενο να ξεδιπλώσει τα σημαίνοντα που αναδύονται από το ασυνείδητό του ως ισάριθμες αλήθειες. Είναι αυτό που ονομάζουμε μεταβιβαστικό ασυνείδητο [inconscient transférentiel]. Όμως, σε κομβικές στιγμές, το μεταβιβαστικό ασυνείδητο υποσκελίζεται από το πραγματικό ασυνείδητο [inconscient réel],[15] από ένα ολομόναχο σημαίνον, «που δεν προσφέρεται καθόλου για κάποιο νόημα ή κάποια ερμηνεία»[16], που δεν συνδέεται με κανένα άλλο σημαίνον, και που, κατά συνέπεια, αντιστέκεται στην παραγωγή κάποιας αλήθειας.
Μετά από τέτοιες στιγμές, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ακολουθεί μια ανατροπή στη θεραπεία. Εδώ εγκαλείται η ψυχαναλυτική πράξη στον τόπο όπου κανένα S2 δεν μπορεί να απαντήσει για να καλύψει με κάποιο νόημα την ανάδυση του πραγματικού. Εκείνες τις στιγμές, ο ψυχαναλυτής πρέπει να αναλάβει τον ρόλο του ούτως ώστε η υπέρβαση των αυτιστικών ορίων του ολομόναχου σημαίνοντος να παραμείνει στο εσωτερικό της θεραπείας με τη μορφή μιας ορθοέπειας. Διαφορετικά, το υποκείμενο θα επωμιστεί το ίδιο την πράξη, είτε με κάποιο acting out που θα παραμείνει συνδεδεμένο με την ομιλία, είτε με κάποια παρορμητική διάπραξη που θα το αποχωρίσει από τον Άλλο με τίμημα την έξοδό του από τη σκηνή, είτε με την έκλυση μιας ψύχωσης. Αυτές οι επίφοβες στιγμές εμφανίζονται συχνά σαν μεταβιβαστικές κρίσεις. Τα φαινόμενα κυμαίνονται από κάποια υπερδιέγερση εκτός συνεδρίας με αντιπαραγωγικές επιπτώσεις για τη θεραπεία, μέχρι και την πλήρη ρήξη με την ψυχαναλυτική διαδικασία, περνώντας από την ανάδυση μιας ενδεχομένως έντονης αρνητικής μεταβίβασης, από μια ρήξη με τον συγκεκριμένο ψυχαναλυτή για να συνεχίσει με άλλον, κτλ. Όταν όμως συνεχιστεί η θεραπεία, αυτές οι στιγμές μπορούν επίσης να αποβούν εξαιρετικά γόνιμες, με το τέλος της θεραπείας να διαγράφεται στον ορίζοντα, εφόσον η πράξη καταλήξει στο να περάσει ο αναλυόμενος σε θέση αναλυτή.

Θα το καταλάβατε. Για το Συνέδριο της NLS του 2015, πρότεινα στον νέο μας πρόεδρο, τον Ιβ Βαντερβέκεν, τον τίτλο Στιγμές κρίσης. Προσπάθησα ν’ ανοίξω μερικές πόρτες που θα μπορούσαν ενδεχομένως να μας βοηθήσουν να επεξεργαστούμε αυτό το θέμα. Ελπίζω να κατάφερα να διεγείρω το ενδιαφέρον σας.

Μετάφραση: Γεωργία Φουντουλάκη
Επιμέλεια: Βλάσης Σκολίδης






[1] H. Arendt, La crise de la culture, Gallimard, 1972.


[2] La crise financière vue par J.-A. Miller, Marianne, 10 Οκτ. 2008. http://www.departementpsychanalyse.com/documents.aspx?Page=2


[3]  J.-A. Miller, « Introduction à l’érotique du temps », La Cause freudienne, n° 56.


[4] N. Aubert, L’individu hypermoderne, Érès, Τουλούζη 2010.


[5] É. Laurent, « La crise post-DSM et la psychanalyse », http://www.latigolacaniano.com/assets/2)-ltgzo-3-francés-la-crise-post.pdf


[6] M. Muijen, « Message du Conseiller régional de l’OMS pour la Santé mentale – Région Europe », Mental, Revue internationale de Psychanalyse, n° 27/28, Σεπτ. 2012.


[7] J.-C. Milner, Le Juif du savoir, Grasset et Fasquelle, Παρίσι 2006.


8 J.-C. Milner, La politique des choses, Navarin, Παρίσι 2005.


[9] Πρβλ. Ζακ Λακάν, Σεμινάριο εικοστό, Encore/Ακόμη, δίγλωσση έκδοση, μετ. Βλ. Σκολίδης, Ψυχογιός, Αθήνα 2011, σ. 325-329. (Σ.τ.επ.)


[10] J. Lacan, Le Séminaire, Livre VI, Le désir et son interprétation, Éditions de la Martinière, Le Champ freudien, Παρίσι 2013, σ. 569-570.


[11] J. Lacan, Le Séminaire, Livre XVII, L’envers de la psychanalyse, Seuil, Παρίσι 1991, σ. 229. [Βλ. το συμπληρωματικό κεφάλαιο με τίτλο « Αναλυτικόν » στο: Ζακ Λακάν, Σεμινάριο δέκατο έβδομο. Το αντίστροφο της ψυχανάλυσης, Ψυχογιός, Αθήνα 2014 (υπό έκδοση). (Σ.τ.επ.)]


[12] J.-A. Miller, « Introduction à l’érotique du temps », ό.π., σ. 81.


[13] J. Lacan, « Du sujet enfin en question », Écrits, Seuil, Παρίσι 1966, σ. 236.


[14] J. Lacan, « Fonction et champ de la parole et du langage en psychanalyse », Écrits, σ. 241 : « Rien de créé qui n’apparaisse dans l’urgence, rien dans l’urgence qui n’engendre son dépassement dans la parole ».


[15] J.-A. Miller, « L’inconscient réel », Quarto, n° 88-89, Δεκ. 2006.


[16] J. Lacan, « Préface à l’édition anglaise du Séminaire XI », Autres écrits, Seuil, Παρίσι 2001, σ. 571.



The NLS Congress 2015
Moments of Crisis
Geneva, 9 and 10 May 2015
 




Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...