Ζαρωμένοι
από τον φόβο και την ανασφάλεια άνθρωποι στις σκιές της γωνίας περιμένουν να
τραφούν με τα αποφάγια που πέφτουν από τα τραπέζια των ισχυρών.
Μόλις
τελειώσουν τα αφεντικά το δείπνο τους, οι ζαρωμένοι από τον φόβο και την
ανασφάλεια άνθρωποι κάνουν τη λάντζα, σφουγγαρίζουν το πάτωμα και έπειτα τρώνε
λαίμαργα το λιγοστό και κρύο φαγητό τους από ένα σκουριασμένο κονσερβοκούτι.
Καμιά
φορά καπνίζουν κιόλας ένα τσιγάρο.
Ή
βλέπουν από το μικρό τους φεγγίτη ένα κομμάτι ουρανό.
Καμιά
φορά πάλι –φροντίζουν τα αφεντικά για αυτό- διασκεδάζουν με πληγωμένες μουσικές
και πλαστική ελευθερία.
Κλειδωμένοι
μέσα στο μικρό τους κελί.
Που
είναι ο κόσμος τους.
Μικρός.
Και
σε ένα μικρό κόσμο, μόνο μικρά όνειρα μπορούν να κάνουν.
Ο
καθένας και το μικρό του όνειρο.
Που
δεν τολμά να το μπερδέψει με το όνειρο του άλλου.
Να
κάνουν ένα κοινό κουβάρι από όνειρο.
Λίγο
μεγαλύτερο.
Και
ακόμα μεγαλύτερο.
Που
να μην χωρά πια στο κελί τους.
Να
σπάσει τους τοίχους.
Να
ξεχυθεί από τα παράθυρα.
Να
πλημμυρίσει τη χώρα.
Να
ανεβεί στον ουρανό.
Σαν
καπνός από κερί της προσευχής.
Ένας
ουρανός δεκτικός και μεγάλος.
Γιατί
το κουβάρι όνειρο ολοένα και μεγαλώνει.
Και
άλλα όνειρα μπερδεύονται μαζί του.
Και
άλλα κουβάρια όνειρα.
Και
άλλα.
Από
όλα τα μέρη της γης.
Και
οι άνθρωποι παύουν πια να είναι ζαρωμένοι και ανασφαλείς και φοβισμένοι.
Και
αποκτούν ολοένα και περισσότερα ανθρώπινα χαρακτηριστικά.
Και
ο ουρανός μεγαλώνει και μεγαλώνει και μεγαλώνει.
Και
χαμόγελο ανθίζει στα πρόσωπα των ανθρώπων, και μάτια και αυτιά.
Και
κυλά ξανά στο σώμα τους αίμα.
Και
επιθυμία να ζήσουν.
Όχι
ζαρωμένοι και φοβισμένοι.
Όχι
με αποφάγια.
Αλλά
να ζήσουν.
Κάτω
από τον μεγάλο ουρανό.
Που
χωρά τα κουβάρια όνειρα όλων των ανθρώπων.
Από
κάθε μεριά της γης.
Άνθρωποι
που επιθυμούν να ζήσουν τη ζωή τους.
Αυτή
τη μικρή ζωή τους.
Όπως
επιθυμούν οι ίδιοι όμως κι όχι τα αφεντικά.
Όχι
ζαρωμένοι, ανασφαλείς και φοβισμένοι.
Όχι
με δανεικά όνειρα από τα αφεντικά.
Αλλά
με τα δικά τους κουβάρια όνειρα.
Όλοι
μαζί, ενωμένοι και ασφαλείς και χορτασμένοι.
Επειδή
μπορούν.
Γιατί
είναι πολλοί μαζί.
Και
τα αφεντικά λίγα.
Και
επειδή
άλλη
ζωή, εξόν από αυτή, να ζήσουν δεν έχουν…