Συγγραφέας: Τζόναθαν Κόου
Mετάφραση: Άλκηστις Τρίμπερη
Εκδοτικός οίκος: Πόλις
Σελίδες:99
Αντιγράφω από το οπισθόφυλλο:
"Ο Τζόναθαν Κόου γράφει για πρώτη φορά ένα μυθιστόρημα για παιδιά, που είναι ταυτόχρονα ένα σύγχρονο παραμύθι για μεγάλους.
Ένα
κομμάτι παλιού καθρέφτη, που βρίσκει η Κλερ σε έναν σκουπιδότοπο, τη
συντροφεύει στην πορεία της από τα όνειρα της παιδικής ηλικίας μέχρι τις
επιθυμίες, τις ανησυχίες και τους φόβους της εφηβείας. Είναι παράξενος
αυτός ο καθρέφτης, αφού πάνω στη φθαρμένη του επιφάνεια ο κόσμος δεν
αντικατοπτρίζεται ποτέ όπως τον βλέπουν τα μάτια. Ο καθρέφτης δείχνει
πάντα μια άλλη πραγματικότητα. Ποια, όμως;
Στον σπασμένο
καθρέφτη ο Κόου πλέκει μια πρωτότυπη όσο και καθημερινή ιστορία για τη
μετάβαση από τον κόσμο των ονείρων στα όνειρα όλου του κόσμου: μια
ιστορία όπου οι επιθυμίες γίνονται πραγματικότητα, αρκεί να τις
μοιραζόμαστε με τους συνανθρώπους μας".
Αντιγράφω, πάλι, από τα 'αυτιά' του βιβλίου:
"Ο επιτυχημένος συγγραφέας Τζόναθαν Κόου κάνει για πρώτη φορά την εμφάνισή του με ένα παραμύθι: τον σπασμένο καθρέφτη.
Πρόκειται
για μια παραβολή για τη δύναμη των επιθυμιών, που απευθύνεται σε
μικρούς και μεγάλους αναγνώστες: οι επιθυμίες μας μπορούν όντως να
αλλάξουν την πραγματικότητα, αλλά μόνο αν τις μοιραζόμαστε.
Ο σπασμένος καθρέφτης είναι η ιστορία της μικρής Κλερ, η οποία μια μέρα ξεφεύγει από την αδιαφορία
των γονιών της και βρίσκει καταφύγιο σε μια χωματερή πίσω από το σπίτι
της. εκεί ανακαλύπτει έναν σπασμένο καθρέφτη που της ασκεί παράξενη
έλξη.
Δεν είναι παρά ένα παλιό, κοφτερό κομμάτι τζάμι, αλλά έχει τη μαγική ιδιότητα να μετατρέπει ακόμη και
την πιο άσχημη πραγματικότητα σε ονειρικό κόσμο: ο γκρίζος ουρανός
μεταμορφώνεται σε παραδεισένιο γαλάζιο, το ταπεινό προαστιακό σπίτι σε
κάστρο στεφανωμένο με πανέμορφα κοχύλια.
Στο μεταξύ, η Κλερ
μεγαλώνει πάντα με τη συντροφιά του μαγικού καθρέφτη, μέσα στον οποίο
μπορεί να δει το πρόσωπό της χωρίς αυτά τα απαίσια σημάδια, και το σώμα
της τέλεια σχηματισμένο.
Μια μέρα, καθώς η Κλερ επιστρέφει από το
σχολείο, βλέπει τον πατέρα της σε μια παμπ μαζί με τη μητέρα της.
Παράξενο γεγονός, αλήθεια, αφού οι γονείς της τσακώνονται διαρκώς,
καθημερινά. Τώρα, όμως, τους βλέπει να συζητούν γλυκά, να γελούν και να
αγκαλιάζονται σαν ερωτευμένο ζευγάρι.
Κοιτάζοντας
τη σκηνή χωρίς τον καθρέφτη, η Κλερ συνειδητοποιεί ότι, στην
πραγματικότητα, η γυναίκα που κάθεται δίπλα στον πατέρα της δεν είναι σε
καμία περίπτωση η μητέρα της, αλλά μια πολύ νέα και όμορφη κοπέλα. και ο
πατέρας της μοιάζει μαγεμένος από αυτήν.
Όλα πάνε στραβά για την
Κλερ. μόνο μέσα από τον σπασμένο καθρέφτη μπορεί να δει μια διαφορετική
πραγματικότητα, μια καλύτερη καθημερινότητα, που περιλαμβάνει δυο
αγαπημένους γονείς και πολλούς φίλους.
Αλλά τίποτα δεν φαίνεται
να πηγαίνει καλά. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ο Ντέιβιντ, ένα όμορφο
αγόρι που αρέσει πολύ στην Κλερ, τα έφτιαξε με τη μισητή ανταγωνίστριά
της, την Αμάντα.
Έτσι η Κλερ, που έχει βαρεθεί πια τον καθρέφτη,
αποφασίζει να τον πετάξει. Ακόμη κι αν δείχνει τα πράγματα έτσι όπως θα
έπρεπε να είναι, η Κλερ αρχίζει να νιώθει απογοητευμένη και
δυστυχισμένη. Τα πάντα είναι απλώς μια προβολή των επιθυμιών της και
τίποτα παραπάνω.
Η
κατάσταση θα αλλάξει χάρη στον Πίτερ, έναν συμμαθητή της Κλερ, ο οποίος
την πείθει να κρατήσει τον καθρέφτη. Ο Πίτερ προσκαλεί την Κλερ σε μια
συνάντηση στη χωματερή και, παρόλο που το μέρος είναι λίγο παράξενο, η
Κλερ δέχεται ευχαρίστως.
Τότε η Κλερ θα ανακαλύψει ότι ο Πίτερ
ξέρει τα πάντα για τον σπασμένο καθρέφτη της, όπως και ότι κι ο ίδιος
έχει ένα κομμάτι, που το βρήκε στην ίδια χωματερή όταν ήταν εφτά χρονών.
Αυτοί
οι δύο καθρέφτες αποτελούν τμήμα ενός μαγικού συνόλου το οποίο
απαρτίζουν εκατοντάδες άνθρωποι, που συνεργάζονται για να φτιάξουν
ολόκληρο το παζλ.
Η ιστορία τελειώνει με την τοποθέτηση κάθε
κομματιού καθρέφτη στην πρόσοψη του Δημαρχείου, με σκοπό να
αντικατοπτριστεί μια καλύτερη πραγματικότητα: αυτή τη φορά, όμως, δεν θα
πρόκειται
για ψευδαίσθηση, αλλά για τον στόχο που όλοι θα προσπαθούν να φτάσουν.
"ΝΑ ΣΚΕΦΤΕΣΤΕ ΚΑΛΑ ΚΑΙ ΝΑ ΣΥΝΕΡΓΑΖΕΣΤΕ" είναι το μότο του βιβλίου.
Ο σπασμένος καθρέφτης
είναι ένα μυθιστόρημα μαθητείας, όπου ο Τζόναθαν
Κόου εκφράζει την ελπίδα ότι είναι δυνατό να αλλάξουμε και να
βελτιώσουμε την καθημερινότητα, απλώς και μόνο με το να μοιραζόμαστε και
να ενώνουμε τη δύναμη της θέλησης που υπάρχει μέσα στον καθέναν μας".
Στον αναγνώστη η Ελένη Σβορώνου γράφει για το μήνυμα του συγγραφέα: "Ολοφάνερο το μήνυμα του συγγραφέα, επίκαιρο, πανανθρώπινο, διαχρονικό.
Κι όμως, αυτό μοιάζει να είναι και μια κάποια αδυναμία του βιβλίου.
Είναι πολύ προφανές το μήνυμα, έστω κι αν ο συγγραφέας αφήνει ανοιχτό το
τέλος. Μια δασκάλα Ιστορίας που προτρέπει τους ανθρώπους να
συνεργαστούν και να σκεφτούν σωστά έχει έντονο άρωμα διδακτισμού. Πάντως
ο αναγνώστης χαίρεται την πορεία της Κλαιρ από τη μοναξιά και τη θλίψη
προς την συντροφικότητα και τη ζεστασιά της επικοινωνίας".
Δε νομίζω ότι
το μήνυμα είναι τόσο 'ολοφάνερο' για τα παιδιά της εποχής μας, παιδιά
ασκημένα εξ απαλών ονύχων σε συνθήκες ακραίου νεοφιλελεύθερου
ατομικιστικού ανταγωνισμού. Παιδιά που μεγαλώνουν μέσα σε πανομοιότυπα
κτίρια από κόκκινα τούβλα, κλειδωμένα και αποκομμένα από τον υπόλοιπο
κόσμο (76 - 77). Παιδιά που νιώθουν στερημένα, λυπημένα, γεμάτα φθόνο
απέναντι σε όσους μπορούν ν' αγοράζουν ό,τι θέλουν (46). Νομίζω, ότι το κέντρο του βιβλίου βρίσκεται στα παρακάτω:
"Παρ' όλα αυτά, σύντομα άρχισε να αισθάνεται κάτι διαφορετικό [ενν. η Κλερ], κάτι που της προκάλεσε έκπληξη: αισθάνθηκε θυμό [Εγώ
υπογραμμίζω]. Σήκωσε τα μάτια από τον καθρέφτη [Εγώ: δηλ. από την
όμορφη/εναλλακτική πραγματικότητα, από την ψευδαίσθηση μιας άλλης
πραγματικότητας] και κοίταξε γύρω της τους σιωπηλούς, άδειους
διαδρόμους, είδε όλες τις κάμερες κλειστού κυκλώματος που κρέμονταν από
το ταβάνι, τις εξώπορτες των διαμερισμάτων με τα ματάκια και τα
θυροτηλέφωνα, και άρχισε να αναρωτιέται γιτί είχε αλλάξει τόσο πολύ αυτό
το κτίριο. Θυμόταν αμυδρά πως είχαν δημοσιευτεί κάποια άρθρα στις
τοπικές εφημερίδες σχετικά με τους λόγους που έκλεισε το νοσοκομείο και
πως είχε γίνει μια καμπάνια για να παραμείνει ανοικτό, αλλά φυσικά τότε δεν είχε δώσει πολλή σημασία και ούτε είχε σκεφτεί να εμπλακεί σε όλα αυτά
[Εγώ υπογραμμίζω]. Αλλά σίγουρα ήταν εντελώς λάθος να κλείνει κάτι
τόσο σημαντικό, όπως ένα νοσοκομείο για να μετατραπεί σε διαμερίσματα
για πλούσιους που θέλουν να κρύβονται από τον υπόλοιπο κόσμο. Τι θα
έκαναν τώρα οι κάτοικοι της περιοχής όταν αρρώσταιναν και χρειάζονταν
φροντίδα; Που θα έπρεπε να πάνε; Και ήταν εξίσου κακό, σκέφτηκε η Κλερ,
όσο και το να κλείνεις μια βιβλιοθήκη για να την κάνεις εμπορικό κέντρο. Κάτι δεν πήγαινε καλά. Κάτι δεν πάει
καθόλου καλά όταν επιτρέπεται να γίνονται τέτοια πράγματα χωρίς κανένας
να παραπονιέται" (79).
Αυτό
νομίζω ότι είναι το μήνυμα του κειμένου: να μάθουμε να διαμαρτυρόμαστε
και να διεκδικούμε, αντί να δεχόμαστε και να φυσικοποιούμε. Και συμφωνώ με
τον Στοφόρο, ο οποίος βρίσκει το μήνυμα αισιόδοξο, αφού "οι ήρωες ανακαλύπτουν τη δύναμη της αλληλεγγύης και της συνεργασίας".
Κλείνω σημειώνοντας ότι η εικονογράφηση
της Coccoresse (συνδυασμός ζωγραφικής και φωτογραφίας) λειτουργεί
ενεργητικά και συμπληρωματικά με το κείμενο (από τις καλύτερες
εικονογραφήσεις παιδικού βιβλίου που έχω δει).
|
Delfino - 2010
|
Για τη σύνθεση: Κώστας Κυριάκης