Carl Halsoe, Waiting by the Window, 1863 (από εδώ) |
Στο διήγημα «Η Έβελιν» (από τη συλλογή Δουβλινέζοι, του Τζέιμς Τζόις) η
πλοκή οργανώνεται συνειρμικά, με βάση τις αναμνήσεις και τις σκέψεις της
ηρωίδας, που προκαλούνται από μια σειρά εξωτερικών ερεθισμάτων (τα αντικείμενα
του σπιτιού ή το ιταλικό τραγούδι) και έχουν ως αποτέλεσμα να ανακαλούν στη
μνήμη της γεγονότα του παρελθόντος (αναδρομή). Ο μηδενικός βαθμός εστίασης της
πρώτης παραγράφου μετατρέπεται σε έναν ελεύθερο πλάγιο λόγο από τη δεύτερη,
δηλαδή σε αφήγηση με εσωτερική εστίαση.
Το διήγημα ανήκει στο είδος του ψυχολογικού ρεαλισμού από πλευράς θεματικής,
αλλά είναι μοντέρνο από πλευράς πλοκής και τεχνικής, αφού «σπάει» τα δεσμά με
την αιτιακή και χρονική αλληλουχία της αφήγησης, ενώ εκμεταλλεύεται και
στοιχεία συμβολικά, όπως π.χ. η αναφορά στη σκόνη και στο σούρουπο.
Η θεωρία του Τζόις για τις «επιφάνειες» (δηλαδή,
ορισμένες φαινομενικά ασήμαντες συγκυρίες ή περιστατικά λειτουργούν ως
εκλάμψεις που φανερώνουν την εσωτερική αλήθεια ενός προσώπου) εφαρμόζεται και στο διήγημα «Η
Έβελιν», που εστιάζεται στην ταραγμένη συνείδηση της ηρωίδας καθώς συγκρούεται
ανάμεσα στη φυγή και το καθήκον: η γνωριμία της Έβελιν με τον Φρανκ θα είναι η
συγκυρία μέσα από την οποία η ηρωίδα θα ανακαλύψει πως είναι εγκλωβισμένη
(καλύτερα, παραλυμένη, αφού η θεματική της παράλυσης διατρέχει σαν στημονικό
νήμα, όλα τα διηγήματα της συλλογής Δουβλινέζοι)σε
ένα ασφυκτικό και βάναυσο περιβάλλον, οικογενειακό, κοινωνικό, αλλά κυρίως
θρησκευτικό, που ωστόσο, δεν έχει τη δύναμη να το εγκαταλείψει για μια καλύτερη
ζωή.
Η θρησκευτική εξουσία είναι το υπόρρητο, αν και ευφυώς
υπογραμμισμένο, μέρος του διηγήματος, το οποίο δείχνει ότι η καθολική εκκλησία
έχει διαποτίσει ολόκληρη τη συνείδηση και δεσμεύσει τον τρόπο που σκέφτεται η
ηρωίδα (ας θυμηθούμε εδώ δυο χαρακτηριστικά παραδείγματα. Το πρώτο είναι με τη ρομβία που ακούει η ηρωίδα από το παράθυρό της, που
της θυμίζει το θάνατο αλλά και την υπόσχεση στη μητέρα της. Η ρομβία είναι μια
υπενθύμιση όμως της ίδιας της καθολικής εκκλησίας που, αφού ο πατέρας αναφωνεί:
«Αυτοί οι καταραμένοι Ιταλοί! Να ’ρχονται ώσαμε ’δω πάνω!». Και το δεύτερο είναι με την προσευχή της
στην αποβάθρα, στην οποία ζητά από τον Θεό να της υποδείξει το καθήκον της,
πράγμα που προοικονομεί την παράλυσή της μπροστά στην προοπτική της φυγής και της
ριζικής αλλαγής της ζωής της).
Ο ιδιαίτερος τρόπος με τον οποίο
στιγματίζεται στο διήγημα ο ηθικός κλοιός που δεσμεύει την προσωπικότητα ήδη
από τα πρώτα χρόνια της διαμόρφωσής της προετοιμάζεται από τις συνεχείς συναισθηματικές
μεταπτώσεις, αντιφάσεις και αμφιθυμίες της ηρωίδας, αλλά γίνεται αισθητός στην
ψυχική κρίση της, προς το τέλος του διηγήματος.
Μια κρίση που φανερώνεται από το σύντομο και κοφτό ρυθμό των φράσεων και
από τα σχήματα λόγου που χρησιμοποιούνται (μεταφορές και παρομοιώσεις). Στο τέλος η ηρωίδα αδύναμη και άβουλη μπροστά
στο φόβο του αγνώστου, που μεταμορφώνεται σε απειλή θανάτου (η δεύτερη θεματική
που διατρέχει όλο το διήγημα, π.χ. ο θάνατος της μητέρας, του αγαπημένου
αδερφού, της φίλης, αλλά και ο φόβος για τον δικό της θάνατο):
«Όλες οι
θάλασσες του κόσμου φουρτούνιασαν μέσα στην καρδιά της. Το χέρι του, το δικό του χέρι, την τραβούσε
προς αυτή τη θάλασσα που θα την έπνιγε, θα την κατάπινε».
Η ηρωίδα απομένει μόνη στην αποβάθρα, «σαν ζώο», ακίνητη, κενή και άδεια από συναισθήματα και σκέψεις:
«Στα μάτια της
δεν υπήρχε κανένα σημάδι, ούτε έρωτα, ούτε αποχαιρετισμού, ούτε καν αναγνώρισης».
Η υποταγή της στη συμβατικότητα του περιβάλλοντος που γαλουχήθηκε είναι
απόλυτη και οριστική, μια υποταγή που είχε προετοιμαστεί από τις ενοχές που το
περιβάλλον δημιουργεί και από την ανυπόφορη, δυστυχισμένη αλλά γνώριμη, αν και
αδιέξοδη, ζωή που αυτό κατοχυρώνει. Το αίτημα για αλλαγή θα ματαιωθεί, η
συναισθηματική εξάρτηση από την επανάληψη και τη ρουτίνα της καθημερινότητας θα
υπερισχύσει της επιθυμίας απόδρασης, η παρόρμηση θα καταλαγιάσει και η ευκαιρία
θα χαθεί οριστικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.