του Κώστα Κυριάκη
1. Ο ‘ΛΟΓΟΣ’ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ (ΕΕ) ΓΙΑ ΤΗΝ
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ / ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΚΑΙ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ ΕΚΦΟΡΑΣ ΤΟΥ
1. 1 Τα θεσμικά όργανα
Η εξέλιξη της ΕΕ χαρακτηρίζεται από ασυνέχειες και από απουσία
συναίνεσης (Τσινισιζέλης, 1997) ως προς το καταληκτικό της στάδιο, κάτι που
αντανακλάται και στη διαμόρφωση του θεσμικού της συστήματος και των οργάνων
εκφοράς του. Έτσι, προέκυψαν θεσμικά
όργανα διακρατικά όσο και υπερ-εθνικά (Γιώτη-Παπαδάκη, 2004).
Ειδικότερα, στη
διαμόρφωση και εφαρμογή της εκπαιδευτικής πολιτικής της ΕΕ συμμετέχουν τα
παρακάτω θεσμικά της όργανα[1]
(Τσαούσης, 1996. Πασιάς, 2006α):
·
Το
Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (διακρατικό).
·
Το
Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης[2]
(διακρατικό).
·
Το
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 1993) (υπερ-εθνικό).
·
Η
Επιτροπή[3]
(Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 1999) (υπερ-εθνική).
·
Το
Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) (υπερ-εθνικό).
·
Η
Κοινωνική και Οικονομική Επιτροπή (ΚΟΕ) (υπερ-εθνική) και
·
Η
Επιτροπή των Περιφερειών (υπερ-εθνική).
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και η Επιτροπή έχουν αποφαντικές, ενώ τα υπόλοιπα
συμβουλευτικές αρμοδιότητες (Τσαούσης, 1996).
Οι αποφάσεις λαμβάνονται με τις διαδικασίες των άρθρων 189Β και 189Γ της
ΣυνθΕΕ, στη βάση της αρχής της επικουρικότητας (άρθρο 3β της ΣυνθΕΕ). Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 189Β, οι
αποφάσεις λαμβάνονται με τη διαδικασία της «συναπόφασης», ήτοι πρόταση της
Επιτροπής και συναπόφαση του Συμβουλίου από κοινού με το Κοινοβούλιο ή από το
Συμβούλιο και τους Υπουργούς Παιδείας συνελθόντων στα πλαίσια του Συμβουλίου,
και, σύμφωνα με το άρθρο 189Γ, με τη διαδικασία της «συνεργασίας», ήτοι πρόταση
της Επιτροπής και απόφαση από το Συμβούλιο.
Με τη ΣυνθΑ οι αποφάσεις λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 251(ΣυνθΕΚ) που
αναφέρεται στη «συναπόφαση».
Για να διαβάσετε όλη την εργασία πατήστε εδώ
Για να διαβάσετε όλη την εργασία πατήστε εδώ
Citation Information:
Για
να παραπέμψετε σε αυτό:
Κυριάκης, Κ. (2009). ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ
ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ‘ΛΟΓΟΥ’ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗ
(1995 – 2007). Πάτρα: ΕΑΠ, σ. 33 – 44 [All Rights Reserved]
[1] Για
το σύνολο των θεσμικών οργάνων της Κοινότητας, βλ. πρόχειρα Κανελλόπουλος,
2003: 117 - 259. Βλ., επίσης, Επιτροπή
των ΕΚ, 1996.
[3] Για
την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, βλ. http://ec.europa.eu/index_el.htm#.
[4] Οι Πράξεις διαβαθμίζονται
σε:
- Κανονισμός (Regulation): εφαρμόζεται άμεσα στο νομοθετικό σύστημα των κρατών μελών.
- Οδηγία (Directive): δεσμευτική ως προς τους στόχους της, αλλά ανοικτή στις εθνικές αρχές ως προς τα μέσα πραγμάτωσής της.
- Απόφαση (Decision): δεσμευτική προς τις ομάδες που απευθύνεται.
·
Σύσταση και Γνώμη (Recommendation and Opinion): δεν έχουν δεσμευτική
νομική ισχύ (Harrop, 1989: 3).
[5] Βλ.
εδώ σ. 26, υποσημ. 23.
[6] Για
μια συνοπτική αποτύπωση του περιεχομένου και των στόχων αυτών των εγγράφων, βλ.
Πασιάς, 2006α : 211 – 216.
[7] Η ΕΚ
αναφέρεται αποκλειστικά στην εκπαιδευτική δραστηριότητα των φορέων που παρέχουν
εκπαιδευτικό έργο και υπηρεσίες με όποια μορφή (διδασκαλία, εξατομικευμένη
μαθησιακή διδασκαλία κ.ά) και όχι στην
ερευνητική δραστηριότητα που πιθανόν να αναπτύσσουν (με εξαίρεση την έρευνα που
διεξάγεται στο πλαίσιο των διδακτορικών σπουδών) (Τσαούσης, 1996: 15).
[8] Με τη
ΣυνθΕΟΚ η Κοινότητα προωθούσε στο πλαίσιο της διαμόρφωσης κοινής αγοράς και στη
βάση της κινητικότητας των πολιτών την ανάγκη λήψης μέτρων για την αμοιβαία
αναγνώριση των διπλωμάτων, πιστοποιητικών και άλλων τίτλων (Άρθρο 57, εδάφιο
1), ενώ διατύπωνε ταυτόχρονα την ανάγκη για αποτελεσματικό συντονισμό των
προσπαθειών στους τομείς της επαγγελματικής εκπαίδευσης, της έρευνας και της
διάδοσης των γεωργικών γνώσεων (Άρθρο 41, εδάφιο α).
[9] Βλ.
πλήρη κατάλογο των Ψηφισμάτων και των κειμένων για την εκπαίδευση στο Συμβούλιο
Ε.Κ. (1987). Κείμενα για την
ευρωπαϊκή εκπαιδευτική πολιτική (Τρίτη έκδοση), καθώς και συμπληρώματα 1
(1989) και 2 (1990 – 1992) στην τρίτη έκδοση.
[10] Δηλαδή Ψηφίσματα του
Συμβουλίου και των Υπουργών Παιδείας συνερχομένων στο πλαίσιο του
Συμβουλίου. Είναι συνδυασμός μικτών
πράξεων και ψηφισμάτων.
[11] Οι
πιο σημαντικές αποφάσεις και νομολογίες του ΔΕΚ αφορούν τις υποθέσεις: α) Forchieri (1983), για τη
δυνατότητα πρόσβασης στην επαγγελματική εκπαίδευση, β) Gravier (1985), για τον ορισμό και το
περιεχόμενο της επαγγελματικής εκπαίδευσης, γ) Bara (1988), για την ένταξη της β΄
βάθμιας εκπαίδευσης στην επαγγελματική εκπαίδευση και δ) Blaizot (1998), για την ένταξη των
πανεπιστημιακών ιδρυμάτων στην επαγγελματική εκπαίδευση.
[12] Οι κοινοτικές αρμοδιότητες
διακρίνονται σε (Πασιάς, 2006α : 226):
- Ουσιαστικές ή συντρέχουσες (express), οι οποίες προκύπτουν απευθείας από τις διατάξεις των Συνθηκών και σε αυτές ανήκουν τα πεδία της εκπαιδευτικής και κοινωνικής πολιτικής και
- Λειτουργικές ή έμμεσες (implied), οι οποίες προκύπτουν έμμεσα στο πλαίσιο της λήψης μέτρων για την επίτευξη των στόχων της Κοινότητας, όπως αυτοί καθορίζονται από τις διατάξεις των Συνθηκών.
[13] Η σύνδεση των κοινοτικών
πολιτικών με την εκπαίδευση / κατάρτιση επισημάνθηκε για πρώτη φορά τον
Οκτώβριο του 1989 σε κείμενο του Συμβουλίου των Υπουργών Παιδείας, βλ.
Συμβούλιο των ΕΚ, 1990: 101 – 102.
[14] Στη
ΣυνθΕΕ, η εκπαίδευση αναφέρεται σε ξεχωριστό κεφάλαιο με τίτλο «Εκπαίδευση,
κατάρτιση και νεολαία» (VIII)
και με διακριτά άρθρα για την εκπαίδευση (άρθρο 126, ΣυνθΕΚ 149) και την
κατάρτιση (άρθρο 127, ΣυνθΕΚ 150). Στη
Συνθήκη του Άμστερνταμ (ΣυνθΑ) η εκπαίδευση και κατάρτιση θα ενταχθούν στον
τίτλο XII «Κοινωνική
Πολιτική, Παιδεία, Επαγγελματική Εκπαίδευση και Νεολαία», ο οποίος περιέχει
τρία κεφάλαια (η εκπαίδευση και κατάρτιση αναφέρονται στο 3ο
κεφάλαιο).
[15] Ο
δεύτερος πυλώνας αφορά στην εξωτερική πολιτική και την πολιτική ασφαλείας, ενώ
ο τρίτος στη δικαιοσύνη και τις εσωτερικές υποθέσεις.
[16] Η αρχή της επικουρικότητας
ενσωματώθηκε επίσημα στο κοινοτικό δίκαιο με τη ΣυνθΕΕ (άρθρο 3Β, παράγραφος 2)
στο οποίο αναφέρεται:
«Στους τομείς που δεν υπάγονται στην
αποκλειστική της αρμοδιότητα, η Κοινότητα δρα σύμφωνα με την αρχή της
επικουρικότητας, μόνον εάν και στο βαθμό που οι στόχοι της προβλεπόμενης δράσης
είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύναται συνεπώς,
λόγω των διαστάσεων ή των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης, να
επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο» (Δαγτόγλου, 1994: 20). Στη βάση αυτής της αρχής θεσμοθετείται η
πρακτική πως «οι αποφάσεις θα λαμβάνονται όσο το δυνατόν πιο κοντά στους
πολίτες» (ό.π., σ. 213) και η εφαρμογή της «δεν αποτελεί μόνο νομικό ζήτημα,
αλλά κυρίως πολιτικό αφού αναφέρεται σε κατανομές αρμοδιοτήτων και εξουσίας»
(Καραλής, 2002: 89).
[17] Οι
ευρύτεροι, των οικονομικών, στόχοι της ΕΕ διαφαίνονται από τα άρθρα 2, 8 και 8Α
της ΣυνθΕΕ. Ειδικότερα, η σύνδεση
εκπαιδευτικής και κοινωνικής πολιτικής διατυπώνεται στο Πρωτόκολλο Νο 14 της
ΣυνθΕΕ, βλ. Δαγτόγλου, 1994: 374.
[18] Για
τη σημασία αυτού του φαινομένου στην εκπαίδευση βλ. Green, 2006: 19 –20. Για τις επιπτώσεις του στα κοινωνικά
συστήματα, βλ. Υφαντόπουλος, 1995: 665 – 666.
Γενικότερα για τη γήρανση του πληθυσμού στην ΕΕ βλ. COM (1993) 551 τελικό.
[19] Τα
κείμενα αυτά είναι οι τρεις «Λευκοί Βίβλοι» της Επιτροπής για την Οικονομία
(1994), την Κοινωνική Πολιτική (COM
(1994) 333) και την Εκπαίδευση (1995) και οι τέσσερις «Πράσινοι Βίβλοι» για την
Ευρωπαϊκή διάσταση (COM
(1993) 457), την Καινοτομία (COM
(1995) 688), την Απασχόληση (COM
(96) 389) και την Κινητικότητα (COM
(96) 462).
[20] Για
τη «Διαδικασία της Μπολόνια» και τη σύνδεσή της με τον ευρωπαϊκό χώρο ανώτατης
εκπαίδευσης, βλ. Ασδεράκη, 2008. Για τη
«Διαδικασία της Κοπεγχάγης», βλ. Πασιάς, 2006β: 221 – 241.
[21] Η αναγνώριση του
κοινωνικοοικονομικού και πολιτικοπολιτισμικού ρόλου της εκπαίδευσης στην πορεία
των ευρωπαϊκών κοινωνιών προς την ΚτΓ θα ενισχυθεί, σε συμβολικό επίπεδο, από
τη ΣυνθΑ, όπου στο άρθρο 2, παρ. 1, θα προστεθεί στο «Προοίμιο» της ΣυνθΕΚ η
παράγραφος: «Αποφασισμένοι να προάγουν την ανάπτυξη του υψηλότερου δυνατού
επιπέδου γνώσης για τους λαούς τους μέσω ευρείας πρόσβασης στην εκπαίδευση και
μέσω της ευρείας αναπροσαρμογής της».
Είναι η πρώτη προσθήκη στο προοίμιο των ΣυνθΕΚ από τη ΣυνθΕΟΚ.
[22] Για
το συμβολισμό «του γυρίσματος του αιώνα» και την επίδρασή του στην εκπαιδευτική
πολιτική βλ. Ρουσσάκης, 2002: 59 – 60.
[23] Η
Επιτροπή είχε υποβάλει προς το Συμβούλιο πρόταση στις 31.1.2001 (βλ. COM (2001) 59). Για τις διαφορές ανάμεσα στην πρόταση της Επιτροπής και τη
τελική Έκθεση του Συμβουλίου Παιδείας, βλ. Πασιάς, 2006β: 109 –
113. Για τους δείκτες του Προγράμματος
2010, τα «επίπεδα αναφοράς» (benchmarks)
και την πορεία των αξιολογήσεων της προόδου του Προγράμματος, βλ. ό.π., σσ. 113
– 168.
[24] Στη
βάση της πολιτικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών-μελών και της Επιτροπής
σχετικά με τους μελλοντικούς στόχους των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης
θα δημιουργηθεί το Λεπτομερές Πρόγραμμα (EE C 142/14.6.2002), στο οποίο περιγράφεται ο τρόπος με τον οποίο θα
ελεγχθεί και μετρηθεί η πρόοδος στην επίτευξη των εκπαιδευτικών στόχων.
[25] «Για
την υλοποίηση της ανοικτής μεθόδου συντονισμού χρησιμοποιούνται εργαλεία όπως
δείκτες και κριτήρια συγκριτικής αξιολόγησης, καθώς και η ανταλλαγή εμπειριών,
η αξιολόγηση από ομότεχνους (peer review) και η διάδοση καλών πρακτικών»
(COM (2002) 629 τελικό:
1.2.15).
[26] Για
την «ανοικτή μέθοδο συντονισμού» και την εφαρμογή της στην εκπαίδευση, βλ.
Ασδεράκη, 2008: 251 – 254.
[27] Σε
τομείς όπως η κοινωνική πολιτική ή η πολιτική μετανάστευσης η μέθοδος
εφαρμόζεται παράλληλα με τη νομοθετική προσέγγιση που βασίζεται σε κοινοτικά
προγράμματα, βλ. COM
(2001) 387 τελικό.
[28] Για
το ευρωπαϊκό «μίγμα» και «μάγμα» βλ. Φλουρής & Πασιάς, 2005: 368.
[29]
Αξίζει να επισημανθεί ότι στο νέο δημοσιονομικό πλαίσιο της Κοινότητας (COM (2004) 101: 41) η
εκπαίδευση εντάχθηκε στον πρώτο από τους πέντε τομείς κοινοτικών πολιτικών, ο
οποίος έχει ως στόχο τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και της συνοχής για τη
βιώσιμη ανάπτυξη, την οικονομική μεγέθυνση και την απασχόληση. Τα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης είχαν
ενταχθεί και στη Λευκή Βίβλο για την οικονομία στην ενότητα της
απασχόλησης. Η διαφορά με τον πρώτο
πυλώνα, που είχε ενταχθεί η εκπαίδευση μετά τη ΣυνθΕΕ, είναι εμφανής, βλ. εδώ
σ. 36.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.