κάθομαι
τώρα εδώ στις Φερές
βόσκοντας
τα διαλεχτά κοπάδια
του
όμορφου Αδμήτου
θεός
εγώ υπηρέτης ενός θνητού
υπακούοντας
στην τιμωρία
για
δεύτερη φορά
του
πατέρα θεών και ανθρώπων
και
πατέρα μου
που
σκότωσε τον γιό μου τον Ασκληπιό
επειδή
τάχα χαλούσε την κοσμική τάξη
χαρίζοντας
στους θνητούς
ανακούφιση
από τους πόνους της αρρώστιας
και
τον πόθο της αθανασίας
έτσι
κι εγώ ξεπάστρεψα με το τόξο και τα βέλη μου
τους
γιους των παιδιών του
με
το ένα μάτι
κι
ύστερα έφυγα
γρήγορος
σαν τη νύχτα
-εγώ
ο ηλιακός-
στη
κόκκινη Ελιγολάνδη
εκεί
με βρήκε η απόφαση του Δία
μετριασμένη
κάπως
ύστερα
από της μάνας μου τη θερμή παράκληση
να
δείξει επιείκεια
και
σε αυτή την παρεκτροπή μου
επειδή
ο θυμός
μού
θόλωσε, λέει, το μυαλό
κάθομαι
τώρα εδώ στις Φερές
με
τη θέλησή μου υπακούοντας
στην
απόφαση του Δία και στης καρδιάς μου την επιθυμία
και
τραγουδώ παίζοντας τη λύρα
που
μου χάρισε ο ετεροθαλής αδερφός μου
ο
Ερμής
για
να τον συγχωρέσω που πήγε να με γελάσει
και
να κλέψει
τις
διδυμοτόκους αγελάδες του τωρινού μου
αφέντη
και προστάτη
που
οι θεοί
του
πλέκουν εν αγνοία του μεγάλες συμφορές
και
εγώ
σφόδρα
αγαπώ
με
αγάπη ερωτική
αλλά
άγονη
αφού
εκείνος την Άλκηστη
ονειρεύεται
να έχει στο κρεβάτι του
την
ομορφότερη από τις κόρες του Πελία
και
με τη συνδρομή μου
θα
την έχει
τόσο
βαθιά τον αγαπώ
που
θεός εγώ κάνω επιθυμία μου την επιθυμία ενός θνητού
κι
έτσι ησυχάζω
της
καρδιάς μου τη λαχτάρα
C. Lorrain, Apollo Guarding the Herds of Admetus, 1654 |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.